Αλληλεγγύη στο σύντροφο Θ.Σίψα που διώκεται για την υπόθεση της Marfin

Αλληλεγγύη στο σύντροφο Θ.Σίψα που διώκεται για την υπόθεση της Marfin

Στις 5 Μάη του 2010, την ημέρα ψήφισης του πρώτου μνημονίου, σχεδόν όλα τα κέντρα των μεγάλων πόλεων γεμίζουν από διαδηλωτές με δυναμική και μαχητική παρουσία στις απεργιακές διαδηλώσεις. Στην Αθήνα πραγματοποιηείται μία από τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις των τελευταίων δεκαετιών με περίπου διακόσες χιλιάδες διαδηλωτές. Μία απεργία που χαρακτηρίστηκε από την μαχητικότητά της, τις συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής, την οργή και την άρνηση, με ένα κοινοβόυλιο συνεχώς πολιορκούμενο όπου η εισβολή μέσα σε αυτό ήταν εμφανής. Ενώ λάμβαναν χώρα όλα αυτά τα γεγονότα, διαδίδεται η φήμη του θανάτου τριών εργαζομένων της τράπεζας Marfin από εμπρησμό και η αποφασιστηκότητα, η οργή μετατρέπεται σε αμηχανία δίνοντας τέλος στις κινητοποιήσεις της ημέρας, από το καταδικαστέο αυτό γεγονός.
Το Κράτος και τα ΜΜΕ δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ανεκμετάλλευτο το γεγονός αυτό. Έτσι, ξεκινούν τα ΜΜΕ με μία σφοδρή πολιτική επίθεση, μετατρέποντας τα δελτία των οχτώ σε τηλεδικαστήρια, ενοχόποιούν και συκοφαντούν τον Αναρχικό χώρο, ως ένα χώρο μέσα στον οποίο δρουν δολοφόνοι. Έπειτα αναλαμβάνει δράση το Κράτος, όπου στις 25 Απρίλη του 2011 -σχεδόν ένα χρόνο μετά- εισβάλει με θεαματικό τρόπο μέσα σε σπίτια και προσάγει 4 άτομα ως ύποπτα για τον εμπρησμό στη Marfin. Τα ΜΜΕ, με τη σειρά τους, ηρωποιούν το Κράτος λέγοντας πως βρήκαν τους ενόχους για την υπόθεση της Marfin. Όμως τα «ενοχοποιητικά» στοιχεία είναι αστεία και πέφτουν στο κενό με αποτέλεσμα ο εισαγγελέας να μην μπορεί να συνάψει κατηγορίες. Το Φεβρούαριο του 2013, οι 3 απαλλάσσονται όμως η πολιτική στοχοποίηση συνεχίζεται με την δίωξη του συντρόφου Θ. Σίψα, ο οποίος αρνείται εξ αρχής τις κατηγορίες για τις οποίες δεν υπάρχει κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο και παραπέμπεται με μοναδικά στοιχεία την πολιτική του ταυτότητα και την συμμετοχή του στις κινητοποιήσεις. Με τον τρόπο αυτό, προσπαθεί να κατασκευάσει ενόχους από τον Αναρχικό χώρο με σκοπό τη συκοφάντησή και την αναγωγή του σε ένα χώρο εγκληματιών, δολοφόνων με συλλογική ευθύνη.

Σε εποχές όπου το Κεφάλαιο αναδιαρθρώνεται, το Κράτος προσπαθεί με διάφορους τρόπους να γεννήσει και να εδραιώσει στην κοινωνία ένα «καθεστώς έκτακτης ανάγκης», γεννώντας εσωτερικούς εχθρούς – όπως ήταν οι μετανάστες, οι οροθετικές, οι καταλήψεις, οι αντιφασίστες της μηχανοκίνητης πορείας- με μοναδικό στόχο τη συσπείρωσή της γύρω από την τάξη και την νομιμότητα, από το δίπολο νομιμότητα ή ανομία. Έτσι, την υπόθεση της Marfin δεν την επαναφέρουν σε μία άκυρη χρονικά περίοδο. Μετά την δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα από τον φασίστα Ρουπακιά, προσπαθεί να βρει και εγκλήματα, δολοφονίες του «άλλου άκρου». Έτσι, για να μπορεί το Κράτος να επιβάλει μια κατάσταση «κοινωνικής ειρήνης», να διατηρεί την πολυπόθητη ομαλότητα και να παρουσιάζει τη δημοκρατία και την κυβέρνηση ως τη μοναδική λύση απέναντι στους εγκλημάτίες, διασελευτές της νομιμότητας , χρησιμοποιεί τη «θεωρία των 2 άκρων» χωρίζοντας την κοινωνία σε δύο στρατόπεδα, το ένα οι φασίστες και το άλλο οι αγωνιστές που το κράτος παρουσιάζει τους τελευταίους ως «τρομοκράτες». Ένα εξίσου χρήσιμο εργαλείο είναι και η καταδίκη της βίας από όπου και αν προέρχεται – όχι της νόμιμης, Κρατικής βίας – που προσπαθεί να μπει ως καταδίκη στην αντιβία των κοινωνικών, ταξικών αγώνων.

Δεν αναγνωρίζουμε κανένα άκρο.
Είναι ξεκάθαρο πως τα στρατόπεδα είναι δύο:
των καταπιεσμένων και των καταπιεστών.
Απέναντι στον κοινωνικό, ταξικό πόλεμο που μένεται δε θα σκύψουμε κεφάλι,
δε θα περάσουν τα δύο άκρα από πάνω μας.

Η προσπάθεια ποινικοποίησης
των κοινωνικών αγώνων
δε μας φοβίζει, ούτε μας τρομοκρατεί.

Αυτοδιαχειριζόμενο Στέκι Πανεπιστημίου Πειραιά

Το κείμενο εδώ